Προχθές το βράδυ αποδέχθηκα την πρόταση του καθηγητή Τάκη Ρουμελιώτη και συντόνισα την εκδήλωση που πραγματοποίησε στο «Electra Hotel» της οδού Ναυάρχου Νικοδήμου, κατά τη διάρκεια της οποίας παρουσιάστηκε το νέο του βιβλίο «Ο Ψυχρός Πόλεμος».
- Του ΜΑΝΩΛΗ ΚΟΤΤΑΚΗ
Στο πάνελ, οι βουλευτές Ολγα Κεφαλογιάννη και Γιώργος Κατρούγκαλος και o καθηγητής Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος. Στο ακροατήριο, κατά βάση ανδρεοπαπανδρεϊκό, πρώην υπουργοί του ΠΑΣΟΚ, διπλωμάτες, στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων και της ΕΛ.ΑΣ., καθηγητές κ.ά.
Χθες ήταν μια ωραία επέτειος μνήμης. Σαν χθες η Ακαδημία Επιστημών της Στοκχόλμης απένειμε στον σπουδαίο Οδυσσέα Ελύτη το Νόμπελ. Το δεύτερο Νόμπελ που κέρδισε η πατρίδα μας έπειτα από αυτό του Γεωργίου Σεφέρη. Ακουγα τη φωνή του μεγάλου μας ποιητή στην «Ελληνοφρένεια» του Θύμιου Καλαμούκη να μας εξηγεί πώς ένα ποίημα «εγκεφαλικό» έφθασε στα χείλη του λαού μέσα από τη μουσική του Μίκη Θεοδωράκη και, το ομολογώ, δέος μέγα με διαπέρασε.
Θα μου πείτε τώρα – και δικαίως: Τι σχέση έχει ένα βιβλίο για τον «Ψυχρό Πόλεμο με την ποίηση του Ελύτη και το «Αξιον Εστί»;
Φαινομενικώς, καμία. Τα μεγέθη είναι εντελώς διαφορετικά, εξόχως δυσανάλογα. Απόσταση τεραστία χωρίζει τον καθηγητή από τον μεγάλο μας ποιητή. Οι δύο ειδήσεις που σας περιγράφω έχουν όμως ένα κοινό: Τα ακροατήρια. Τα ρεύματα που ένωσαν. Και ενώνουν. Μπαίνοντας στην αίθουσα για να συντονίσω την εκδήλωση, ένα διοικητικό στέλεχος του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, βλέποντάς με δίπλα στον Ηλία και στη Γιώτα Λιβάνη, στον συνεργάτη του Ανδρέα Παπανδρέου Τάκη Ρουμελιώτη, στο στέλεχος του Ιδρύματος Καραμανλή Κωνσταντίνο Αρβανιτόπουλο, στην Ολγα Κεφαλογιάννη, μας πείραξε λέγοντας: «Τι δουλειά έχει ο παπανδρεϊσμός με τον καραμανλισμό; Αυτά τα πολιτικά ρεύματα ήσαν ιστορικά αντίπαλα!»
Δεν του απάντησα. Οταν ολοκληρωνόταν η εκδήλωση όμως, και έχοντας ακούσει την Ολγα Κεφαλογιάννη να αναφέρεται στην Ευρώπη των εθνικών κρατών, τον Κωνσταντίνο Αρβανιτόπουλο να αναφέρεται στον μείζονα διχασμό που επικρατεί στην Αμερική, τον Γιώργο Κατρούγκαλο να αναλύει μετριοπαθώς τον νέο πολυπολικό κόσμο και τον Τάκη Ρουμελιώτη να αναφέρεται στο πατριωτικό στίγμα του στενού συνεργάτη του Ανδρέα, Αντώνη Λιβάνη, αποφάσισα ότι έπρεπε να απαντήσω στο έξυπνο ερώτημα τι συνδέει τον (ανδρεο)παπανδρεϊσμό με τη σχολή σκέψης του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Ηταν αυτό που μου είχε εμπιστευτεί κάποτε ο αείμνηστος Αντώνης Λιβάνης στο γραφείο του: «Μας ενώνει η πατρίδα, παιδί μου. Οι κόκκινες γραμμές για την πατρίδα!»
Ιστορικά τα δύο ρεύματα είχαν ριζικές διαφωνίες για το οικονομικό υπόδειγμα της χώρας, το ένα πολέμησε το άλλο, αλλά κοινό τους γνώρισμα (σε αντίθεση με το εκσυγχρονιστικό ρεύμα Σημίτη που διαπερνά το Κέντρο και τη νεοφιλελεύθερη Δεξιά) ήταν η έννοια του πατριωτισμού. Στην οποία έκανε αναφορά και η Ολγα Κεφαλογιάννη, μιλώντας για την ανάγκη μίας «νέας εθνικής ενότητας».
Κοινό τους γνώρισμα ήταν επίσης η εθνική ανεξαρτησία. Δεν τους άρεσαν οι πάτρωνες. Ο Καραμανλής ενέταξε τη χώρα στην Ευρώπη για να την απαλλάξει από τους προστάτες της. Ο Παπανδρέου διά του Αναστάση Πεπονή (στον οποίο το έθνος χρωστά χάριτες, όπως είπα στη σύζυγό του που ήταν παρούσα) έφτιαξε από το 1982 τη Ρεβυθούσα, που βοηθά την πατρίδα μας να έχει σήμερα αυτάρκεια φυσικού αερίου και να μην «εξαρτάται». Ναι, λοιπόν, το πατριωτικό Κέντρο και η πατριωτική Δεξιά μπορούν να συναντηθούν σε κρίσιμα σταυροδρόμια του έθνους, παρά τις ιδεολογικές διαφορές τους.
Θα με ρωτήσετε τώρα, ευλόγως, τι σχέση έχουν όλα αυτά με τον Οδυσσέα Ελύτη, το Νόμπελ και το «Αξιον Εστί». Δύο επισημάνσεις:
Η πρώτη: Το εγκεφαλικόν «Αξιον Εστία έφθασε στα χείλη του λαού επειδή συνεργάστηκαν ένας πατριώτης δεξιός και ένας πατριώτης αριστερός. Εφθασε στα χείλη του λαού διότι ο Ελύτης το ονειρεύτηκε να φθάνει στον κόσμο ως εορταστική εκκλησιαστική λειτουργία με βυζαντινό αποτύπωμα και διότι ο ψάλτης στα παιδικά του χρόνια Μίκης είχε στο DNA του την εκκλησιαστική παράδοση ώστε να μπορέσει να το γράψει. Είχαν την ίδια «ταυτότητα».
Η δεύτερη επισήμανση: Ο Ελύτης δεν ήταν ελίτ αλλά λαϊκός. Εγραψε το «Αξιον Εστί» με αφορμή δύο εικόνες: Τα λιπόσαρκα πάμφτωχα ρακένδυτα Ελληνόπουλα που αντίκρισε κατά την αναχώρησή του από το παλαιό αεροδρόμιο του Ελληνικού για την Ελβετία, η πρώτη. Τα καλοζωισμένα Ελβετόπουλα με τα κόκκινα ροδομάγουλα κατά την άφιξή του στο αεροδρόμιο της Ζυρίχης, η δεύτερη. Πάνω σε αυτές τις δύο εικόνες γράφτηκε το «Μη, παρακαλώ σας, μη λησμονάτε τη χώρα μου!». Αυτές τις εικόνες έκανε ήχο στα χείλη εκατομμυρίων Ελλήνων ο λαϊκός Θεοδωράκης. Είτε λοιπόν πρόκειται για ένα βιβλίο της συγκυρίας, όπως αυτό που έγραψαν για τον Ψυχρό Πόλεμο ο Τάκης Ρουμελιώτης και ο Βασίλης Κολλάρος, είτε πρόκειται για μια τεράστιας απήχησης σύνθεση που βασίστηκε στην ποίηση ενός νομπελίστα, το συμπέρασμα είναι ότι άνθρωποι από διαφορετικές πολιτικές αφετηρίες μπορούν να ενωθούν, αν τους ενώνουν η αγάπη για την πατρίδα, ο πόθος για εθνική ανεξαρτησία, η έγνοια για τον λαό.
Ιδού λοιπόν γιατί επικοινωνούν χωρίς να «συστεγάζονται» σε κόμμα η πατριωτική Δεξιά, το πατριωτικό Κέντρο και η πατριωτική Αριστερά. Και ιδού, για τους αντίθετους λόγους, γιατί επικοινωνούν συστεγαζόμενες τελευταίως δυνάμεις από το εκσυγχρονιστικό Κέντρο, τη (νεο)φιλελεύθερη Δεξιά και την ελιτίστικη Αριστερά.
Αυτή είναι η πραγματική ιδεολογική διαιρετική τομή στη χώρα. Διστάζουμε όμως να την ομολογήσουμε στους εαυτούς μας, γιατί θα πρέπει να γκρεμίσουμε τις υπάρχουσες στέγες στις οποίες μεγαλώσαμε, και να φτιάξουμε από την αρχή νέες, που να φιλοξενούν ευχαρίστως τα συναισθήματά μας.
Για την ώρα, δεν είναι ντροπή να ομολογούμε πώς αισθανόμαστε. Τα παλαιά ιδιώματα, όπως θα έλεγε και ο Ευάγγελος Βενιζέλος, δεν βοηθούν πια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το παρόν διαδικτυακό μέσο ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει περί των επωνύμων ή ανωνύμων σχολίων που φιλοξενεί. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών, επικοινωνήστε μέσω της φόρμας επικοινωνίας έτσι ώστε να αφαιρεθεί.