Πέμπτη 21 Απριλίου 2022

Το βάπτισμα του πυρός!


Προξένησε αίσθηση η χθεσινή επισήμανσή μας για το ατόπημα του προέδρου του ΠΑΣΟΚ Νίκου Ανδρουλάκη να αποκλείσει, πριν καλά καλά δει το αποτέλεσμα των εθνικών εκλογών, συγκεκριμένα πολιτικά πρόσωπα από το αξίωμα του πρωθυπουργού. Σε κάποιους δε προκάλεσε και κατάπληξη. Κι όμως δεν είπαμε παρά τα αυτονόητα. Διότι η στάση μας απέναντι στα πολιτικά πράγματα είναι στάση αρχών και δεν συνδέεται ποτέ με τις συμπάθειες ή τις αντιπάθειες προς πολιτικά πρόσωπα.

Από τον Μανώλη Κοττάκη

Ούτε έχει σχέση με την κριτική που ασκούμε κατά καιρούς στην πολιτική ηγεσία της χώρας. Αυτή θα συνεχιστεί, δεν πρόκειται να αλλάξει κάτι, είναι καλόπιστη και πάντοτε θα έχει ως κίνητρο το καλό της πατρίδας μας. Μας φαίνεται όμως πολιτικά αδιανόητο και κοινοβουλευτικά ανεπίτρεπτο να ακούμε πολιτικό αρχηγό, ο οποίος δεν έχει καν εκλεγεί βουλευτής και δεν έχει μετρηθεί ακόμη στις κάλπες, να θέτει εκ των προτέρων όρους σε πλειστάκις εκλεγμένους. Να διακηρύσσει πως, αν τυχόν χρειαστεί να συνεργαστεί με τα δύο μεγάλα πολιτικά κόμματα για τη συγκρότηση κυβέρνησης συνεργασίας, αποκλείει από τώρα τους αρχηγούς αυτών.

Οι οποίοι, συμπτωματικώς, έχουν τεθεί επανειλημμένως στην κρίση του ελληνικού λαού, είτε ως υποψήφιοι βουλευτές είτε ως αρχηγοί και υποψήφιοι πρωθυπουργοί. Και ο κύριος Μητσοτάκης και ο κύριος Τσίπρας. Ο πρώτος είναι πολιτικός αρχηγός έξι χρόνια και ο δεύτερος δεκαπέντε! Σε περίπτωση που ο κύριος Ανδρουλάκης το λησμονεί, σύμφωνα με το οικείο άρθρο του Συντάγματος, ο/η Πρόεδρος της Δημοκρατίας καλεί μετά τις εκλογές τον αρχηγό του πρώτου, του δεύτερου και του τρίτου κόμματος για να τους αναθέσει τη διερεύνηση σχηματισμού κυβέρνησης.

Το πολίτευμά μας είναι κοινοβουλευτική δημοκρατία. Δεν καλεί η Πρόεδρος της Δημοκρατίας τον κηπουρό της για να του αναθέσει την εντολή, όπως προεβλέπετο στο προδικτατορικό Σύνταγμα. Δεν φωνάζει τραπεζίτη, τεχνοκράτη διεθνούς οργανισμού, καθηγητή πανεπιστημίου, δικαστή για να του ζητήσει να διαπιστώσει αν μπορεί να λάβει η κυβέρνησή του ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή.

Για να φθάσει σε αυτούς, εφόσον διαπιστώνεται πολιτικό αδιέξοδο, πρέπει προηγουμένως να συμφωνήσουν οι αρχηγοί των κοινοβουλευτικών κομμάτων έπειτα από σύγκληση του συμβουλίου αρχηγών. Στη δική μου αντίληψη των πραγμάτων, μάλιστα, ένας εκλεγμένος από το Κοινοβούλιο πολιτικός είναι χίλιες φορές προτιμότερος υποψήφιος πρωθυπουργός από έναν τεχνοκράτη που είναι αδιάφορος για τη λαϊκή ετυμηγορία. Πλέον αυτού όμως είναι λάθος για έναν πολιτικό αρχηγό να αποκλείει κοινοβουλευτικούς αρχηγούς από τη θέση του επικεφαλής της κυβερνήσεως πριν διεξαχθούν οι εκλογές.

Το Σύνταγμά μας δεν αποκλείει να ανατεθεί η διακυβέρνηση της χώρας σε τρίτο πρόσωπο, είτε πολιτικό είτε τεχνοκράτη. Η συνταγματική Ιστορία της χώρας δείχνει όμως ότι αυτό συμβαίνει μόνον μετά τη διεξαγωγή εκλογών και μετά την αποτύπωση των συσχετισμών. Παραδείγματα: Τον Ιούνιο του 1989 η Ν.Δ., που έλαβε 44% στις κάλπες, και ο Συνασπισμός της εποχής, που έλαβε σχεδόν 14% στις κάλπες, συμφώνησαν στο πρόσωπο του βουλευτή Τζαννή Τζαννετάκη, ο οποίος είχε τις προδιαγραφές να ηγηθεί μιας τέτοιας κυβέρνησης λόγω της αντιστασιακής δράσης του με το Κίνημα του Ναυτικού.

Η προγραμματική σύγκλιση των δύο κομμάτων εστιαζόταν στην περίφημη κάθαρση, κάτι που απαιτούσε να ηγηθεί αυτής πολιτικό πρόσωπο. Αφού, βεβαίως, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης συμφώνησε ως αρχηγός του πρώτου κοινοβουλευτικού κόμματος. Τον Νοέμβριο του 1989, όταν το ΠΑΣΟΚ ανέκαμψε και από το 38% του Ιουνίου έφθασε στο 40%, ενώ τα ποσοστά του Συνασπισμού σημείωσαν κάμψη, ο Ανδρέας Παπανδρέου μπήκε ξανά στο παιχνίδι.

Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης δέχθηκε εκ νέου να μην είναι πρωθυπουργός ο ίδιος, αλλά, αναγνωρίζοντας τη μεταβολή του τοπίου, αυτή τη φορά (όπως προκύπτει από τα περίφημα πρακτικά της συνάντησης των τεσσάρων – Μητσοτάκη, Ανδρέα, Φλωράκη και Κύρκου υπό τον Σαρτζετάκη), πρότεινε καθηγητή εγνωσμένου διεθνούς κύρους, οικονομολόγο: τον ευπατρίδη τεχνοκράτη Ξενοφώντα Ζολώτα. Και ο Παπανδρέου το δέχθηκε, καθώς η χώρα βρισκόταν στο κατώφλι του ΔΝΤ. Το 2011, όταν παραιτήθηκε ο Γιώργος Παπανδρέου από την πρωθυπουργία -μετά το ναυάγιο των Καννών-, η Βουλή δεν διαλύθηκε. Ο Παπανδρέου, αδύναμος ων, επιχείρησε να πείσει στη σύσκεψη υπό τον Κάρολο Παπούλια να ανατεθεί η συγκρότηση κυβέρνησης στον Απόστολο Κακλαμάνη, στον Φίλιππο Πετσάλνικο και σε άλλους δικούς του.

Άλλες δυνάμεις εργάστηκαν για την υποψηφιότητα του σερ Βασίλη Μαρκεζίνη, η οποία «κάηκε» στο παρά πέντε (είχε επιλέξει τους 12 υπουργούς του), όταν προτάθηκε από τον γραμματέα της Χρυσής Αυγής Νίκο Μιχαλολιάκο. Τελικώς, με πρόταση του Γιώργου Καρατζαφέρη (ήταν ιδέα ενός άλλου… Γιώργου), την οποία αποδέχθηκε ο πρόεδρος της Ν.Δ. Αντώνης Σαμαράς και στο τέλος ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Γιώργος Παπανδρέου, η πρωθυπουργία ανατέθηκε στον τραπεζίτη Λουκά Παπαδήμο.

Την υποψηφιότητα του οποίου πολέμησε, αν δεν υπονόμευσε (ανεπιτυχώς), ο ανήμπορος Γιώργος. Τα γεγονότα της συνεδρίασης εκείνης έχουν καταγραφεί σε ρεπορτάζ μου στην «κυριακάτικη δημοκρατία» της 4ης Δεκεμβρίου 2011 και βασίζονται ως επί το πλείστον σε διήγηση που μου έκανε στην ιστορική οικία της οδού Μουρούζη ο Αντώνης Σαμαράς. Τον Μάιο του 2012 η Ν.Δ. υπό την ηγεσία του κυρίου Σαμαρά έλαβε μόλις 19% και, φυσικά, ήταν αδύνατο για τον Μεσσήνιο πολιτικό να διεκδικήσει την πρωθυπουργία με τέτοιο ποσοστό. Αλλά και το ποσοστό της αντιπάλου του τότε Ντόρας Μπακογιάννη (2% έλαβε η Δημοκρατική Συμμαχία) του επέτρεψε να ζητήσει δεύτερη εκλογή. Προκηρύχθηκαν εκλογές, τις οποίες διεξήγαγε υπηρεσιακή κυβέρνηση υπό τον τότε πρόεδρο του Συμβουλίου Επικρατείας Παναγιώτη Πικραμμένο.

Το σχεδόν 29% που έλαβε ο κύριος Σαμαράς στη δεύτερη αναμέτρηση του επέτρεψε να συγκροτήσει κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον ίδιο και τα ΠΑΣΟΚ – ΔΗΜ.ΑΡ. ως εταίρους. Τέλος, το 2015 το ποσοστό που έλαβε ο Αλέξης Τσίπρας και στις δύο αναμετρήσεις (35% στην πρώτη, 37% στη δεύτερη) του έδωσε τη δυνατότητα να συμμαχήσει με τους ΑΝ.ΕΛ. του Πάνου Καμμένου, να απορρίψει την κηδεμονία του δυνητικού εταίρου Ποταμιού και να ορκιστεί πρωθυπουργός. Τι μας λέει λοιπόν η συνταγματική μας Ιστορία; Μα, ότι δεν μπορείς να προεξοφλείς τίποτε πριν από εκλογές.

Πολλώ δε μάλλον να αποκλείεις από το αξίωμα του πρωθυπουργού αρχηγούς κοινοβουλευτικών κομμάτων πριν μετρηθούν. Η ψήφος των πολιτών ορίζει ποιος μπορεί να διεκδικήσει την πρωθυπουργία και ποιος όχι! Όχι οι «φετφάδες» των αρχηγών, όπως του κυρίου Ανδρουλάκη, καλή ώρα, ο οποίος φαίνεται πως έχει συγκεκριμένο σχέδιο στο μυαλό του!

Αν ο Μητσοτάκης λάβει 40%, ο ΣΥΡΙΖΑ 25% και το ΠΑΣΟΚ 15%, τότε ο νυν πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έχει τον πρώτο λόγο για συγκρότηση κυβέρνησης συνεργασίας υπό τον ίδιο. Αν λάβει 28%-32%, αλλάζει το πράγμα. Δεν τον έχει. Εάν ο Τσίπρας λάβει 25% και ο Ανδρουλάκης 15%, τότε και προφανώς το ΠΑΣΟΚ έχει τον πρώτο λόγο για συγκρότηση κυβέρνησης μειοψηφίας, αν, βάσκανος μοίρα, φθάσουμε εκεί. Εάν όμως λάβει 30% και ο Ανδρουλάκης 10%, τότε τον πρώτο λόγο έχει ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ.

Σε περίπτωση που όλοι διαφωνούν με όλους, πάλι οι κοινοβουλευτικοί συσχετισμοί είναι κρίσιμοι για την επιλογή του τρίτου προσώπου που θα γίνει πρωθυπουργός. Καταλήγω: Οταν ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ απορρίπτει χωρίς δεδομένα την πιθανότητα να διεκδικήσουν σε κυβέρνηση συνεργασίας το αξίωμα του προέδρου της κυβερνήσεως δύο διατελέσαντες πρωθυπουργοί, είναι σαν να μας λέει ότι, σε περίπτωση που η χώρα χρειαστεί τη συναίνεσή του, θα αναλάβει ευθύνες για την πολιτική σταθερότητα με όρους διαπλοκής.

Θα υποδείξει εκ των προτέρων για πρωθυπουργό όποιον του υποδείξουν, απαξιώνοντας την πολιτική. Ε, με όλη την εκτίμηση που ενδεχομένως υπάρχει στο πρόσωπό του, δεν είναι και το καλύτερο βάπτισμα στις συνταγματικές διαδικασίες για τον νεοεκλεγέντα αρχηγό του ΠΑΣΟΚ. Ας περιμένει πρώτα το αποτέλεσμα των εκλογών και, αν τον «παίρνει», ας αποκλείσει όποιον θέλει. Πριν, όμως, αδύνατον. Είναι λάθος. Υποτιμά αλαζονικά τη λαϊκή ετυμηγορία.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το παρόν διαδικτυακό μέσο ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει περί των επωνύμων ή ανωνύμων σχολίων που φιλοξενεί. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών, επικοινωνήστε μέσω της φόρμας επικοινωνίας έτσι ώστε να αφαιρεθεί.