Τα επιχειρήματα για τον αποκλεισμό της Αριστεράς και η εκλογική προοπτική της Ν.Δ.
Από τον
Μανώλη Κοττάκη
Εχει ενδιαφέρον η συζήτηση που άνοιξε στο εσωτερικό της Ν.Δ. με αντικείμενο τη δαιμονοποίηση της Αριστεράς. Ειδικώς μετά την άποψη που διατύπωσε κορυφαίο στέλεχος του κόμματος περί θέσπισης μέτρων που θα οδηγήσουν μελλοντικά στον πλήρη αποκλεισμό του ΣΥΡΙΖΑ από τη διακυβέρνηση και τους θεσμούς. Δεν γνωρίζω από πού ορμώμενοι και με ποια κίνητρα οδηγήθηκαν συγκεκριμένοι βουλευτές στην εκφορά τέτοιων απόψεων, οι οποίες είναι -δεν γελιέμαι- εξαιρετικά δημοφιλείς στον σκληρό πυρήνα των κομματικών στελεχών της Ν.Δ. (όχι σε όλο), ωστόσο αυτό που έχω να παρατηρήσω είναι ότι τέτοιου είδους απόψεις είναι:
α) Αντίθετες με την ιστορία του κόμματος.
β) Αντίθετες με την παράδοση του κόμματος.
γ) Αντιστρατευόμενες την εκλογική προοπτική του κόμματος.
Είναι αντίθετες με την ιστορία της κεντροδεξιάς φιλελεύθερης παράταξης διότι στοιχειώδης μελέτη των κοινωνικών και πολιτικών συσχετισμών μετά τον πόλεμο δείχνει ότι η δεξιά παράταξη σε όλο της το εύρος ήταν και είναι μειοψηφία στο εκλογικό σώμα της πατρίδας μας. Το άθροισμα των δεξιών δυνάμεων στην Ελλάδα κινείται μεταξύ 35%-45% μάξιμουμ, ενώ των λεγόμενων προοδευτικών δυνάμεων μεταξύ 50%-60%. Κάποτε, το 1981, έφθασε και το 65%. Η δεξιά παράταξη κλήθηκε στη διακυβέρνηση όποτε το εθνικό συμφέρον δεν δικαιολογούσε πειραματισμούς και κρίθηκε ότι μόνο αυτή έχει την ικανότητα-πείρα να φέρει σε πέρας ιστορικές προκλήσεις (1974 - Μεταπολίτευση) ή όποτε η κεντροδεξιά παράταξη ανοίχτηκε με θάρρος πολύ πέρα από τα όριά της. Το 1990 ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης έλαβε 47% περιλαμβάνοντας στην κυβέρνησή του τον Μίκη Θεοδωράκη. Το 2004 και αφού απαιτήθηκε να περάσουν 14 χρόνια εκτός εξουσίας ο Κώστας Καραμανλής με την πολιτική του μεσαίου χώρου διεύρυνε τα όρια της Ν.Δ. στο 45% και εξασφάλισε τέτοια κοινωνική ανοχή ώστε η κυβερνητική θητεία της Ν.Δ. έφθασε κοντά τα έξι έτη. Δεύτερη σε χρόνο διαρκείας μετά τη Μεταπολίτευση. Αντιθέτως, όσες φορές το κόμμα περιχαρακώθηκε (1996) απλώς κατέγραψε τη μειοψηφία του στην ελληνική κοινωνία.
Οι απόψεις αυτές περί αποκλεισμού της Αριστεράς από τους θεσμούς με τη βία είναι επίσης αντίθετες με την παράδοση του κόμματος. Οχι μόνο τη μεταπολιτευτική και τη νομιμοποίηση της Αριστεράς από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή ή και την πολιτική της εθνικής συμφιλίωσης από τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, αλλά και με εκείνη των ύστερων ετών. Μια ολόκληρη γενιά στελεχών της Ν.Δ. νίκησε την Αριστερά στα πανεπιστήμια με τον λόγο, όχι με τα στειλιάρια. Με το επιχείρημα, όχι με την απώθηση. Με την αντιπαράθεση, όχι με τον αποκλεισμό. Αποτελεί σφάλμα μέγα να προτείνεται στην ηγεσία της παράταξης να κερδίζει μάχες με νομοθετικά διατάγματα «αποφασίζομεν και διατάσσομεν» και όχι με την ψήφο στην κάλπη. Πολύ δε περισσότερο όταν οι ιδέες αυτές είναι αντίγραφα σοβιετικών πρακτικών (υπάρχουν σταλινικοί στη Ν.Δ.;) και ξένες προς τη φιλελεύθερη δημοκρατία. Η Αριστερά πρέπει να απομακρυνθεί από την εξουσία πράγματι, το ταχύτερο, δεν υπήρξε ωφέλιμος για τη χώρα. Αλλά πρέπει να απομακρυνθεί με δημοκρατικές διαδικασίες.
Τρίτον και σημαντικότερον, όμως, αυτή η ρητορεία αντιστρατεύεται την προοπτική εξουσίας της κεντροδεξιάς παράταξης την ώρα που δίνει τη μάχη της αυτοδυναμίας και χρειάζεται την ψήφο απογοητευμένων ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ. Ασφαλώς η αντιαριστερή ρητορεία ενθουσιάζει τους πεπεισμένους και τους δεδομένους. Καμία αντίρρηση. Μόνο που ταυτόχρονα διώχνει τους σκεπτικούς και τους προβληματισμένους. Μεταφέρει το παιχνίδι στο γήπεδο του ΣΥΡΙΖΑ και αντικειμενικά λειτουργεί υπέρ της κυβέρνησης και κατά της αντιπολίτευσης. Δεν βλέπω, βεβαίως, κάτι το εσκεμμένο στην όλη υπόθεση, αν και οι συγκυρίες θα μπορούσαν να με κάνουν να το σκεφτώ. Είμαι βέβαιος ότι πρόκειται για υπερβολικό ενθουσιασμό προκειμένου να εκφραστεί δημοσίως η λαϊκή αγανάκτηση. Ωστόσο, είμαι της άποψης ότι αν θέλει να απαλλαγεί κανείς από αυτή την επικίνδυνη κυβέρνηση και να συμβάλλει στην εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη στην πρωθυπουργία, αυτό θα το επιτύχει με τη μετριοπάθεια, την ψυχραιμία και την πειθώ. Πάντως όχι με επιχειρήματα γραμμένα στον γύψο. Διότι ακόμη και αν αυτά τυχόν επικρατήσουν, θα είναι πρόσκαιρα πλειοψηφικά. Και αυτό δεν ταιριάζει σε μια παράταξη μεγάλων αποστάσεων. Αλλο τα μικρά τυχοδιωκτικά κόμματα και άλλο οι μεγάλες παρατάξεις.
https://www.dimokratianews.gr
Από τον
Μανώλη Κοττάκη
Εχει ενδιαφέρον η συζήτηση που άνοιξε στο εσωτερικό της Ν.Δ. με αντικείμενο τη δαιμονοποίηση της Αριστεράς. Ειδικώς μετά την άποψη που διατύπωσε κορυφαίο στέλεχος του κόμματος περί θέσπισης μέτρων που θα οδηγήσουν μελλοντικά στον πλήρη αποκλεισμό του ΣΥΡΙΖΑ από τη διακυβέρνηση και τους θεσμούς. Δεν γνωρίζω από πού ορμώμενοι και με ποια κίνητρα οδηγήθηκαν συγκεκριμένοι βουλευτές στην εκφορά τέτοιων απόψεων, οι οποίες είναι -δεν γελιέμαι- εξαιρετικά δημοφιλείς στον σκληρό πυρήνα των κομματικών στελεχών της Ν.Δ. (όχι σε όλο), ωστόσο αυτό που έχω να παρατηρήσω είναι ότι τέτοιου είδους απόψεις είναι:
α) Αντίθετες με την ιστορία του κόμματος.
β) Αντίθετες με την παράδοση του κόμματος.
γ) Αντιστρατευόμενες την εκλογική προοπτική του κόμματος.
Είναι αντίθετες με την ιστορία της κεντροδεξιάς φιλελεύθερης παράταξης διότι στοιχειώδης μελέτη των κοινωνικών και πολιτικών συσχετισμών μετά τον πόλεμο δείχνει ότι η δεξιά παράταξη σε όλο της το εύρος ήταν και είναι μειοψηφία στο εκλογικό σώμα της πατρίδας μας. Το άθροισμα των δεξιών δυνάμεων στην Ελλάδα κινείται μεταξύ 35%-45% μάξιμουμ, ενώ των λεγόμενων προοδευτικών δυνάμεων μεταξύ 50%-60%. Κάποτε, το 1981, έφθασε και το 65%. Η δεξιά παράταξη κλήθηκε στη διακυβέρνηση όποτε το εθνικό συμφέρον δεν δικαιολογούσε πειραματισμούς και κρίθηκε ότι μόνο αυτή έχει την ικανότητα-πείρα να φέρει σε πέρας ιστορικές προκλήσεις (1974 - Μεταπολίτευση) ή όποτε η κεντροδεξιά παράταξη ανοίχτηκε με θάρρος πολύ πέρα από τα όριά της. Το 1990 ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης έλαβε 47% περιλαμβάνοντας στην κυβέρνησή του τον Μίκη Θεοδωράκη. Το 2004 και αφού απαιτήθηκε να περάσουν 14 χρόνια εκτός εξουσίας ο Κώστας Καραμανλής με την πολιτική του μεσαίου χώρου διεύρυνε τα όρια της Ν.Δ. στο 45% και εξασφάλισε τέτοια κοινωνική ανοχή ώστε η κυβερνητική θητεία της Ν.Δ. έφθασε κοντά τα έξι έτη. Δεύτερη σε χρόνο διαρκείας μετά τη Μεταπολίτευση. Αντιθέτως, όσες φορές το κόμμα περιχαρακώθηκε (1996) απλώς κατέγραψε τη μειοψηφία του στην ελληνική κοινωνία.
Οι απόψεις αυτές περί αποκλεισμού της Αριστεράς από τους θεσμούς με τη βία είναι επίσης αντίθετες με την παράδοση του κόμματος. Οχι μόνο τη μεταπολιτευτική και τη νομιμοποίηση της Αριστεράς από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή ή και την πολιτική της εθνικής συμφιλίωσης από τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, αλλά και με εκείνη των ύστερων ετών. Μια ολόκληρη γενιά στελεχών της Ν.Δ. νίκησε την Αριστερά στα πανεπιστήμια με τον λόγο, όχι με τα στειλιάρια. Με το επιχείρημα, όχι με την απώθηση. Με την αντιπαράθεση, όχι με τον αποκλεισμό. Αποτελεί σφάλμα μέγα να προτείνεται στην ηγεσία της παράταξης να κερδίζει μάχες με νομοθετικά διατάγματα «αποφασίζομεν και διατάσσομεν» και όχι με την ψήφο στην κάλπη. Πολύ δε περισσότερο όταν οι ιδέες αυτές είναι αντίγραφα σοβιετικών πρακτικών (υπάρχουν σταλινικοί στη Ν.Δ.;) και ξένες προς τη φιλελεύθερη δημοκρατία. Η Αριστερά πρέπει να απομακρυνθεί από την εξουσία πράγματι, το ταχύτερο, δεν υπήρξε ωφέλιμος για τη χώρα. Αλλά πρέπει να απομακρυνθεί με δημοκρατικές διαδικασίες.
Τρίτον και σημαντικότερον, όμως, αυτή η ρητορεία αντιστρατεύεται την προοπτική εξουσίας της κεντροδεξιάς παράταξης την ώρα που δίνει τη μάχη της αυτοδυναμίας και χρειάζεται την ψήφο απογοητευμένων ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ. Ασφαλώς η αντιαριστερή ρητορεία ενθουσιάζει τους πεπεισμένους και τους δεδομένους. Καμία αντίρρηση. Μόνο που ταυτόχρονα διώχνει τους σκεπτικούς και τους προβληματισμένους. Μεταφέρει το παιχνίδι στο γήπεδο του ΣΥΡΙΖΑ και αντικειμενικά λειτουργεί υπέρ της κυβέρνησης και κατά της αντιπολίτευσης. Δεν βλέπω, βεβαίως, κάτι το εσκεμμένο στην όλη υπόθεση, αν και οι συγκυρίες θα μπορούσαν να με κάνουν να το σκεφτώ. Είμαι βέβαιος ότι πρόκειται για υπερβολικό ενθουσιασμό προκειμένου να εκφραστεί δημοσίως η λαϊκή αγανάκτηση. Ωστόσο, είμαι της άποψης ότι αν θέλει να απαλλαγεί κανείς από αυτή την επικίνδυνη κυβέρνηση και να συμβάλλει στην εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη στην πρωθυπουργία, αυτό θα το επιτύχει με τη μετριοπάθεια, την ψυχραιμία και την πειθώ. Πάντως όχι με επιχειρήματα γραμμένα στον γύψο. Διότι ακόμη και αν αυτά τυχόν επικρατήσουν, θα είναι πρόσκαιρα πλειοψηφικά. Και αυτό δεν ταιριάζει σε μια παράταξη μεγάλων αποστάσεων. Αλλο τα μικρά τυχοδιωκτικά κόμματα και άλλο οι μεγάλες παρατάξεις.
https://www.dimokratianews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το παρόν διαδικτυακό μέσο ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει περί των επωνύμων ή ανωνύμων σχολίων που φιλοξενεί. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών, επικοινωνήστε μέσω της φόρμας επικοινωνίας έτσι ώστε να αφαιρεθεί.